Αυτή η επιτυχία των ΗΑΕ βασίστηκε στα ορυκτά καύσιμα, με τα μικρά βασίλεια να κατέχουν ορισμένα από τα μεγαλύτερα αποθέματα υδρογονανθράκων στον κόσμο. Ως εκ τούτου, η ενεργειακή μετάβαση που δρομολογείται ή εφαρμόζεται ήδη σε διεθνές επίπεδο σηματοδοτεί και την ανάγκη προσαρμογής του μοντέλου ανάπτυξης των ΗΑΕ.
Η προσαρμογή αυτή υλοποιείται κυρίως μέσω του ενεργειακού κολοσσού των ΗΑΕ, της Abu Dhabi’s National Oil Company (ADNOC). Ένα όχι και τόσο γνωστό όνομα μέχρι πρόσφατα, οι κινήσεις της ADNOC τα τελευταία χρόνια την έχουν φέρει στην πρώτη γραμμή της παγκόσμιας ενεργειακής αγοράς, ακόμα και πέρα από τον κλάδο των ορυκτών καυσίμων. Παραδόξως, η ADNOC έχει θέσει αρκετά φιλόδοξους κλιματικούς στόχος σε σύγκριση με τους δυτικούς ανταγωνιστές της, στοχεύοντας σε μηδενικές εκπομπές το 2045, μία πενταετία πριν τους άλλους πετρελαϊκούς γίγαντες. Παράλληλα, η ADNOC έχει μία πολύ πιο ολιστική προσέγγιση στη στρατηγική της.
Η στρατηγική της ADNOC για την ενεργειακή μετάβαση μπορεί να συνοψιστεί σε τρεις πτυχές. Η πρώτη αφορά στην ανάπτυξη ενός πράσινου χαρτοφυλακίου, εντός και εκτός ΗΑΕ. Εντός ΗΑΕ, η ADNOC δίνει έμφαση στην πυρηνική ενέργεια και τις ΑΠΕ. Για το 2024, περίπου το 25% της εγχώριας παραγωγής προήλθε από το πυρηνικό εργοστάσιο της χώρας, ενώ τα ΗΑΕ επιθυμούν να αγγίξουν το 44% για τις ΑΠΕ μέχρι το 2050. Το αυξανόμενο μερίδιο των εναλλακτικών πηγών στο ενεργειακό μείγμα της χώρας σημαίνει πως περισσότερες ποσότητες ορυκτών καυσίμων είναι διαθέσιμες για εξαγωγές.
Από την άλλη, η ADNOC μέσω των θυγατρικών της διαμορφώνει ένα ποικίλο χαρτοφυλάκιο πράσινων επενδύσεων σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι ΑΠΕ και το υδρογόνο αποτελούν προτεραιότητες, με την εταιρεία Masdar να αποτελεί τη βασική πλατφόρμα για τις εξαγορές που πραγματοποιεί η ADNOC. Πιο πρόσφατα, η Masdar αγόρασε και την ελληνική ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, η οποία ως γνωστόν αποτελεί ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες στην αγορά ΑΠΕ της Ελλάδας, αλλά και των Βαλκανίων.
Η δεύτερη πτυχή αφορά στην αλλαγή στρατηγικής στις διεθνείς αγορές, καθώς η μεγαλύτερη διαθεσιμότητα για εξαγωγές επιτρέπει στην ADNOC να αναθεωρήσει τη θέση της. Μολονότι τα ΗΑΕ δεν αποδέχονται την παντελή παύση της χρήσης του πετρελαίου, αρχίζουν να επενδύουν περισσότερο στη ζήτηση για το φυσικό αέριο, το οποίο θεωρείται το μεταβατικό καύσιμο της εποχής. Και οι διεθνείς συγκυρίες ευνοούν αυτή τη μεταστροφή, καθώς η έξοδος της Ρωσίας από τις δυτικές αγορές και η παύση των Αμερικανικών εξαγωγών δίνει στα ΗΑΕ και άλλα κράτη της Μέσης Ανατολής την ευκαιρία να τροφοδοτήσουν τα διψασμένα τερματικά της Ευρώπης.
Η τρίτη πτυχή αφορά στις εναλλακτικές χρήσεις του πετρελαίου. Ακόμα και αν οι ανάγκες για το πετρέλαιο και τα καύσιμα που παράγονται από αυτό μειωθούν δραματικά, ο υδρογονάνθρακας θα συνεχίζει να είναι χρήσιμος για άλλα προϊόντα. Εντός αυτού του πλαισίου η ADNOC επενδύει στα πετροχημικά. Η αγορά αυτή προσφέρει πολλές ευκαιρίες, καθώς τα προϊόντα που παράγει έχουν πολλές διαφορετικές χρήσεις και θεωρούνται απαραίτητα για την καθημερινότητα των περισσότερων ανθρώπων. Ταυτόχρονα, σε αντίθεση με την καύση υδρογονανθράκων, επί του παρόντος δεν φαίνεται να υπάρχει έστω και μία υποτυπώδης διεθνής συναίνεση για τη σταδιακή απομάκρυνση από τα πλαστικά.
Η επιτυχής εφαρμογή των σχεδίων της ADNOC φαίνεται πολύ πιο σίγουρη από εκείνα των βασικών ανταγωνιστών και γειτόνων της. Σε αντίθεση με τον μεγάλο γείτονά της, τη Σαουδική Αραβία, τα ΗΑΕ έχουν διατηρήσει ένα πολύ χαμηλότερο προφίλ στη διεθνή σκηνή, παρόλο που έχουν εμπλακεί σε διάφορες κρίσιμες συγκρούσεις, όπως στο Σουδάν και την Υεμένη. Την ίδια στιγμή, τα ΗΑΕ έχουν εξασφαλίσει μία πολύ εντονότερη αίσθηση ασφάλειας στο εσωτερικό τους, χωρίς να έχουν περάσει τις ταραχές που βίωσαν άλλοι γείτονές τους όπως το Ιράκ. Ως εκ τούτου, το στοίχημα για την ADNOC και τα ΗΑΕ ευρύτερα είναι να διατηρήσουν τη σταθερή πορεία τους, μακριά από τις περιπέτειες που ταλαιπωρούν πολλά άλλα κράτη-πετρελαιοπαραγωγούς.