Το κρατικό χρέος της Βρετανίας εκτοξεύτηκε τον περασμένο μήνα στο 100% του ΑΕΠ, το υψηλότερο επίπεδο από το 1961, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που δόθηκαν σήμερα Παρασκευή στη δημοσιότητα.
«Το καθαρό χρέος του δημόσιου τομέα… εκτιμήθηκε προσωρινά στο 100% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος στο τέλος Αυγούστου», από 99,3% τον προηγούμενου μήνα, ανέφερε η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Βρετανίας σε ανακοίνωσή της λίγες μέρες μετά την προειδοποίηση από το Γραφείο Ευθύνης του Προϋπολογισμού για πιθανό τριπλασιασμό του κρατικού χρέους του Ηνωμένου Βασιλείου στο 270% του ΑΕΠ σε 50 χρόνια, καθώς τα δημόσια οικονομικά πλήττονται από την εκτίναξη του κόστους της υγειονομικής περίθαλψης και των τόκων.
Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Αγγλίας, που διατήρησε χθες αμετάβλητα τα επιτόκιά της, το κρατικό χρέος κινείτο για τελευταία φορά σε τέτοια επίπεδο στις αρχές της δεκαετίας του 1960, όταν η Βρετανία αντιμετώπιζε ακόμη τις οικονομικές επιπτώσεις του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Βρετανία: Όλο και χειρότερα η οικονομία μετά το Brexit -Νέες φωνές για επιστροφή στην ΕΕ, το αποκλείει η κυβέρνηση
Τράπεζα της Αγγλίας: Διατήρησε τα επιτόκια στο 5% -Δεν ακολούθησε Fed και ΕΚΤ
Το κρατικό χρέος της Βρετανίας είχε εκτιναχθεί σε υψηλά επίπεδα στη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης και εκ νέου στη διάρκεια της πανδημίας της Covid-19 και έκτοτε η αδύναμη οικονομική ανάπτυξη συνέβαλε στην αύξησή του έναντι του ΑΕΠ, ενώ τo Brexit εξακολουθεί να θέτει «διαρκείς προκλήσεις στην εμπορική ανταγωνιστικότητα του Ηνωμένου Βασιλείου».
Η ΥΠ ΟΙΚ της Βρετανίας προειδοποιεί για αυξήσεις φόρων
Τα στοιχεία για το κρατικό χρέος δόθηκαν στη δημοσιότητα ενόψει της παρουσίασης του παρθενικού προϋπολογισμού της υπουργού Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς.
Η υπουργός Οικονομικών έχει προειδοποιήσει τους Βρετανούς ότι ο προϋπολογισμός της θα περιλαμβάνει αυξήσεις φόρων προκειμένου να κλείσει μια μαύρη τρύπα 22 δισ. λιρών στα δημοσιονομικά που παρέλαβε από την προηγούμενη κυβέρνηση των Συντηρητικών του Ρίσι Σούνακ.
Ωστόσο, η Ρίβς απέκλεισε αυξήσεις της φορολογίας εισοδήματος, των εταιρικών φόρων και του ΦΠΑ, αφήνοντας μικρά περιθώρια χειρισμού για τη βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών και την αύξηση των επενδύσεων.