Επίσης, ισχυρή συμβολή είχαν οι εισαγωγές, που ανήλθαν στο 28,2%, ενώ τα μεγάλα υδροηλεκτρικά και ο λιγνίτης περιορίστηκαν σε ρόλο κομπάρσου (3,3% και 0,1% αντίστοιχα). Τέλος, οι εξαγωγές έφθασαν στις 15,489 MWh και οι εισαγωγές στις 43,169 MWh.
Στις 16:00 ώρα Ελλάδας, σήμερα, Παρασκευή, η ωριαία παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ είχε φθάσει στο 47% (1.444 MWh), ενώ το μερίδιο του φυσικού αερίου υποχωρούσε στο 30% (939 MWh).
Μειωμένες εισαγωγές
Εν τω μεταξύ, σε μια παράμετρο της λειτουργίας της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στάθηκε ο Νίκος Τσάφος, σύμβουλος του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη. Με ανάρτησή του στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ο κ. Τσάφος χαιρέτησε μια σημαντική, όπως τη χαρακτήρισε, κατάκτηση της χώρας μας στον τομέα της ενέργειας, καθώς έως και τον Σεπτέμβριο του έτους που διανύουμε μείωσε τις εισαγωγές ηλεκτρισμού στο χαμηλότερο επίπεδό τους από το 2000.
«Για δεκαετίες, η Ελλάδα ήταν καθαρός εισαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας. Κάποια χρόνια, εισάγαμε σχεδόν το ένα τέταρτο των αναγκών μας. Αυτό αλλάζει σταδιακά—κυρίως λόγω της έκρηξης στην παραγωγική ικανότητα αιολικής και ηλιακής ενέργειας», αναφέρει ο σύμβουλος του πρωθυπουργού και προσθέτει: «Στο πρώτο εξάμηνο του 2024, η Ελλάδα εισήγαγε μόλις 342 GWh. Με αυτόν τον ρυθμό, το 2024 θα μπορούσε να καταγράψει το χαμηλότερο επίπεδο καθαρών εισαγωγών από το 2000. Αυτή είναι μια αξιοσημείωτη μεταμόρφωση—και υποδεικνύει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που έχει η Ελλάδα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.»
Ωστόσο, ο κ. Τσάφος, δεν παραλείπει να σημειώσει πως…«δυστυχώς, αυτή η αλλαγή δεν έχει ακόμα μεταφραστεί σε διαρκώς χαμηλότερες τιμές. Σε ένα διασυνδεδεμένο σύστημα, οι τιμές συχνά διαμορφώνονται από παράγοντες πέρα από τον έλεγχό μας. Γι’ αυτό πρέπει να εργαστούμε σκληρότερα για να ολοκληρώσουμε την εσωτερική αγορά ενέργειας—για να αφαιρέσουμε τα εμπόδια, φυσικά και ρυθμιστικά, που εμποδίζουν την ελεύθερη ροή ενέργειας στην Ευρώπη».