Ενώ δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η υφήλιος έχει εισέλθει για καλά σε μια πορεία άνευ επιστροφής σε ότι αφορά τον ενεργειακό της προσανατολισμό και την πορεία της προς ένα μέλλον καθαρής ενέργειας και σταδιακής αποδέσμευσης από τα ορυκτά καύσιμα, η πλήρης απεξάρτηση από αυτά δεν είναι δυνατή τουλάχιστον για τα επόμενα 30 με 40 χρόνια. Όπως εξηγεί ο αρθρογράφος του πόρταλ Αδάμ Αδαμόπουλος σε επίκαιρο άρθρο του (εδώ), όπου αναλύει το World Oil Outlook 2024 που μόλις εξέδωσε ο OPEC στην Βιέννη, δεν προβλέπεται κορύφωση της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου το 2029 όπως υποστηρίζει ο ΙΕΑ, αλλά πολύ αργότερα.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του OPEC, το 2030 η καθημερινή παραγωγή αργού και distillates πρόκειται να έχει αυξηθεί κατά 10 εκατ. βαρ./ημέρα από το σημερινό επίπεδο των 103 εκατ. βαρελιών/ημέρα, ενώ μέχρι το 2050 η παραγωγή αναμένεται να ξεπεράσει τα 120 εκατ. βαρ./ημέρα. Δηλαδή, πολύ πιο πάνω απ’ ό, τι τα διάφορα δυτικά think tanks εκτιμούν, καθότι δείχνουν απόλυτα πεπεισμένα ότι οι ΑΠΕ και οι άλλες τεχνολογίες θα επικρατήσουν απόλυτα εις βάρος των ορυκτών καυσίμων και μάλιστα πολύ σύντομα. Και ενώ η στροφή, σε μακροχρόνια βάση, προς τις ΑΠΕ και την καθαρή ενέργεια γενικότερα είναι νομοτελειακά αναπόφευκτη και συνδέεται άμεσα με τους τεχνολογικούς κύκλους της ανθρώπινης εξέλιξης, το παγκόσμιο ενεργειακό μίγμα δεν πρόκειται αίφνης να πρασινίσει. Θα απαιτηθεί ικανός χρόνος καθώς σταδιακά θα εξηλεκτρίζεται το σύστημα ενώ θα εντείνεται ο ανταγωνισμός σε επίπεδο τιμών.
Είναι απόλυτα λογικό και αναμενόμενο ότι οι ανωτέρω εξελίξεις αφορούν άμεσα την Ελληνική ναυτιλία η οποία αποτελεί βασικό πυλώνα της οικονομίας της χώρας. Αν και η εντύπωση που δίνεται τελευταία είναι ότι καταβάλλονται συστηματικές προσπάθειες για την «ενεργειακή μετάβαση» της ναυτιλίας στο πλαίσιο της γενικότερης προσπάθειας για την απανθρακοποίηση των καυσίμων που χρησιμοποιούν τα πλοία – οι εκπομπές των οποίων, όμως, συμβάλλουν κάτι λιγότερο από το 3% των παγκόσμιων εκπομπών – η πραγματική ανησυχία των πλοιοκτητών και των ναυτιλιακών εταιρειών παραμένει το εάν σε λίγα χρόνια από σήμερα και ενόψει της στροφής προς την πράσινη ενέργεια και την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα (το γνωστό phasing out), θα υπάρχουν αρκετά καύσιμα (πετρέλαιο,LNG, άνθρακα) για να μεταφέρουν τα πλοία τους.
Είναι πολύ καλές,χρήσιμες και αξιέπαινες οι προσπάθειες για την αντικατάσταση των ναυτιλιακών καυσίμων με εναλλακτικά, που θα έχουν χαμηλό αποτύπωμα άνθρακα, όμως αυτό δεν είναι το βασικό θέμα που απασχολεί αυτή την περίοδο τους ανθρώπους της ναυτιλίας αυτή την περίοδο. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα στο πρόσφατο Ναυτιλιακό Συνέδριο Υδρας (14/9), όπου συζητήθηκαν εκτενώς τα θέματα γεωπολιτικής και πως επηρεάζουν την ναυτιλία καθώς και η επίδραση της Τεχνιτής Νοημοσύνης (ΑΙ) στην λειτουργία των πλοίων και της ναυτιλιακής αγοράς γενικότερα. Σε ό, τι αφορά δε την μακροπρόθεσμη διαθεσιμότητα καυσίμων, αυτό ενδιαφέρει άμεσα τους Έλληνες πλοιοκτήτες, καθότι ένα 40% του ελληνικού εμπορικού στόλου απασχολείται με την μεταφορά τους.
Βάσει λεπτομερούς ανάλυσης του υπογράφοντος (εδώ), προκύπτει ότι κατά τα επόμενα 20-25 χρόνια θα υπάρχουν διαρκώς αυξανόμενοι όγκοι καυσίμων, κυρίως αργού πετρελαίου και προϊόντων και LNG προς μεταφορά και, άρα, η τρέχουσα ναυπηγική δραστηριότητα και η κατασκευή νεότευκτων τάνκερς και LNG carriers είναι απόλυτα δικαιολογημένη. Εξάλλου, η υπογραφή πρόσφατα σειράς μακροπρόθεσμων συμβολαίων, 20ετούς και 25ετούς διάρκειας, για την μεταφορά αργού και LNG, πιστοποιεί την δέσμευση παραγωγών και αγοραστών για την εξέλιξη των αγορών κατά τα επόμενα χρόνια.