Ο εκπρόσωπος της Κυβέρνησης, σε συνέντευξη του στο Πρώτο Πρόγραμμα, εξέφρασε την ικανοποίηση της Ελληνικής Κυβέρνησης όσον αφορά την επανεκκίνηση του διαλόγου για το Κυπριακό μετά το δείπνο του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατία, Νίκου Χριστοδουλίδη, του ΓΓ του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες και του Ερσίν Τατάρ στη Νέα Υόρκη τονίζοντας: «εκφράσουμε την ικανοποίηση μας, ως Ελληνική Κυβέρνηση, για την επανεκκίνηση, έστω και σε άτυπο επίπεδο, των συνομιλιών για το Κυπριακό. Το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια, σε αγαστή συνεργασία με την Κυπριακή Δημοκρατία, για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο. Προφανώς υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη απόσταση ακόμα που πρέπει να διανυθεί, δεν έχουμε ακόμα κάποια ενημέρωση από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, όμως είμαστε στη διάθεση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, πάντοτε σε απόλυτη σύμπνοια, με την Κυπριακή Δημοκρατία, για πιθανά επόμενα βήματα ή κινήσεις. Αυτή τη στιγμή, για να το ξεκαθαρίσω, δεν υπάρχει κάποια ενημέρωση ή κάποια ειδοποίηση για κάτι παραπάνω», ενώ συμπλήρωσε για το ενδεχόμενο συμμετοχής της Ελλάδος στη συνομιλίες « Η Ελλάδα είναι στη διάθεση του ΟΗΕ και το ξαναλέω, πάντοτε σε απόλυτη ταύτιση και σύμπνοια με την Κυπριακή Δημοκρατία και τις πάγιες θέσεις μας».
Για την επικείμενη συνάντηση των Γιώργου Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν στην Αθήνα στις 8 Νοεμβρίου ο κ. Μαρινάκης επεσήμανε ότι «η Ελλάδα έχει επιλέξει να επενδύσει στο διάλογο, χωρίς καμία διάθεση και καμία υποψία υποχωρητικότητας. Είναι δεδομένο ότι τονίζουμε με όλους τους δυνατούς τρόπους, την πάγια ελληνική θέση, ότι εμείς με την Τουρκία αναγνωρίζουμε μόνο μία διαφορά. Μόνο μία διαφορά υπάρχει που θέλουμε να επιλυθεί επί τη βάσει του Διεθνούς Δικαίου, ο καθορισμός ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Δεν θα μπουν ποτέ ζητήματα κυριαρχίας στο τραπέζι. Ο διάλογος αυτός δεν είναι απλά μία επιλογή, η οποία οδηγεί σε μία υποτυπώδη ηρεμία. Είναι μία επιλογή, η οποία παράλληλα με την ισχυροποίηση της χώρας, σε όλα τα επίπεδα έχει δώσει μόνο θετικά. Δεδομένου του γεγονότος ότι η χώρα μας δεν έχει υποχωρήσει σε τίποτα, δεν έχει εκχωρήσει, ούτε καν έχει βάλει ποτέ σε συζήτηση κανένα ζήτημα, ούτε πρόκειται να το κάνει αυτό, παρά την προσπάθεια συγκεκριμένων Μέσων και συγκεκριμένων κομμάτων, κυρίως στα άκρα, να χτίσουν ένα αφήγημα υποχωρητικότητας, μόνο και μόνο για να επιβιώσουν, να έχουν κάτι να λένε».
Όσον αφορά το μεγάλο θέμα του μεταναστευτικού σε Ελλάδα και Ευρώπη, ο κύριος Μαρινάκης δήλωσε αρχικά ότι «δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος για την Ελλάδα να υποδεχθεί ξαφνικά δεκάδες χιλιάδες μετανάστες και όλο αυτά τα οποία γράφονται και λέγονται τους τελευταίους μήνες» και συνέχισε τη τοποθέτηση του: «Σίγουρα η κατάσταση στη Μέση Ανατολή δεν μας επιτρέπει να εφησυχάζουμε, όχι ως Ελλάδα, ως Ευρώπη συνολικά. Δεν το συζητάμε αυτό. Σίγουρα η κατάσταση αυτή μας οδηγεί σε μια αυξημένη εγρήγορση. Αυτονόητο είναι αυτό και αλίμονο αν δεν ήμασταν σε εγρήγορση. Αν διαβάσει κανείς την επιστολή της κυρίας φον ντερ Λάιεν, θα καταλάβει πόσο δικαιώνονται οι ελληνικές θέσεις που διατυπώθηκαν τα τελευταία χρόνια από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τον Έλληνα Πρωθυπουργό. Η Ελλάδα είχε πει πολύ συγκεκριμένα πράγματα για το μεταναστευτικό. Έχει μιλήσει για την ανάγκη να μοιραστούν τα βάρη, να στηριχθούν οι χώρες υποδοχής, έχει βάλει συγκεκριμένες διατυπώσεις στο τραπέζι οι οποίες υιοθετήθηκαν από το τελευταίο σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο, το οποίο είναι δεσμευτικό για όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρα, αυτή τη στιγμή υπάρχει κάτι το οποίο έχει συμφωνηθεί, σίγουρα υπάρχει μια αυξημένη ανησυχία, αλλά είναι δεδομένο ότι όσο περνάει ο καιρός, όλα αυτά τα οποία έλεγαν οι χώρες του νότου, με την Ελλάδα να πρωταγωνιστεί σε αυτές τις εξαγγελίες, σ’ αυτές τις διατυπώσεις και αυτήν την ανησυχία, πλέον, είναι κοινός τόπος για την Ευρώπη. Είναι δεδομένο ότι κάθε φορά που βαθαίνει μία κρίση, όπως αυτά τα οποία συμβαίνουν, η κρίση στη Μέση Ανατολή και με πολύ μεγάλο κίνδυνο και απώλειες ανθρώπινων ζωών σε πολλές περιπτώσεις, τότε σίγουρα αυτές οι συζητήσεις επανέρχονται στο προσκήνιο. Είναι δεδομένο ότι στις επόμενες ημέρες στις Βρυξέλλες θα είναι το κορυφαίο ζήτημα στην ατζέντα. Αλλά, για να μην ανακαλύψουμε τον τροχό σήμερα και απευθύνομαι σε κάποιους οι οποίοι έκπληκτοι θυμήθηκαν το μεταναστευτικό, αν κάνει κάποιος μια βόλτα στην Ευρώπη, θα καταλάβει πόσο σημαντική είναι η επιτυχία της Ελλάδας στο ζήτημα της μετανάστευσης».
Ο κύριος Μαρινάκης μίλησε ακόμη για την απάντηση στην κυρία Λατινοπούλου και την ρητορική της Άκρας Δεξιάς τονίζοντας ότι: «απαντάμε στις ερωτήσεις που μας γίνονται. Και όπως προχθές απάντησα σε μία επίθεση της κυρίας Λατινοπούλου, έτσι και χθες απάντησα σε μία ερώτηση, αν υπάρχει ζήτημα συγκυβέρνησης, μετά τις επόμενες εκλογές, μ’ ένα από τα κόμματα που βρίσκονται δεξιά, δεξιότερα ημών, και βρίσκονται με βάση τη δική τους επιλογή στο Ευρωκοινοβούλιο στην «άκρα δεξιά». Και θύμισα κάτι το οποίο προκύπτει από την ιστορία της μεταπολιτευτικής Ελλάδος ότι η Νέα Δημοκρατία δεν συγκυβερνά και δεν συνομιλεί με τα «άκρα». Δεν συγκυβέρνησε η Νέα Δημοκρατία με κόμματα της «άκρας δεξιάς». Αυτό, νομίζω, προκύπτει και με μία θέση, η οποία νομίζω, ότι χαρακτηρίζει και όλα αυτά τα χρόνια τη Νέα Δημοκρατία. Η Νέα Δημοκρατία θεωρώ ότι εκπροσωπεί συνολικά μια πολύ μεγάλη «γκάμα» ιδεολογικά πολιτών. Πολλά από αυτά έχουν αλλάξει με βάση τις νέες ανάγκες― είναι μία παράταξη η οποία εκπροσωπεί και ανθρώπους που μπορεί ν’ ανήκαν διαχρονικά στην κεντροαριστερά, είναι μια φιλελεύθερη παράταξη, κεντροδεξιά παράταξη, που είναι ευρύχωρη, αλλά δεν αλλοιώνεται και δεν αλλοιώνει την ιδεολογία της και δεν έχει καμία σχέση με τα «άκρα». Τα άκρα -που δεν είναι μόνο το ένα άκρο. Άρα, πολύ απλά, βάζουμε τα πράγματα στη θέση τους, όταν μας ρωτάνε. Δεν είχαμε καμία ανάγκη να το πούμε».
Τέλος, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε ρητά «όχι» σε δομή παραμονής μεταναστών στην Κρήτη τονίζοντας: «Δεν υπάρχει περίπτωση να φτιαχτεί δομή φιλοξενίας προσφύγων ή μεταναστών στην Κρήτη. Μιλάμε για κάτι το οποίο θα είναι προσωρινό, δηλαδή, άνθρωποι οι οποίοι έρχονται εκεί, για δύο το πολύ έως πέντε ημέρες ―το έχω απαντήσει ξανά― θα ταυτοποιούνται και στη συνέχεια δεν θα μένουν εκεί. Άρα, δομή παραμονής προσφύγων ή μεταναστών στην Κρήτη, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να δημιουργηθεί».