Πτώση της Ελλάδας του δείκτη Διαφθορά, για πρώτη φορά μετά από 10 χρόνια – Εκτεθειμένη η κυβέρνηση. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει πρωτοφανή κρίση του κράτους δικαίου.
Κόλαφο για την Ελλάδα και κατ’ επέκταση για την κυβέρνηση αποτελεί η έκθεση από τη «Διεθνή Διαφάνεια». Η χώρα μας κατέγραψε σκορ κάτω από τη βάση στον Δείκτη Διαφάνειας, καταλαμβάνοντας την 24η θέση μεταξύ των 27 κρατών-μελών της ΕΕ.
Με πτώση τριών βαθμών (49 βαθμοί το 2023 από 52 βαθμούς το 2022 & 59η θέση για το 2023 από 51η θέση το 2022), η Ελλάδα, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, «αντιμετωπίζει κρίση του κράτους δικαίου που αντιστρέφει τη θετική πορεία της χώρας κατά την τελευταία δεκαετία». Στην κατάταξη η χώρα μας συγκεντρώνει τους ίδιους βαθμούς με τη Ναμίμπια και βρίσκεται κάτω από τη Μαλαισία. Η Πολωνία (54) βρίσκεται αρκετά ψηλότερα από την Ελλάδα και η Ουγγαρία (42) χαμηλότερα.
Το Συμβουλευτικό Όργανο των Ευρωπαίων Δικαστών (CCJE) του Συμβουλίου της Ευρώπης, από το 2018 έκρουε τον κώδωνα, αναφέροντας ότι η διαφθορά των δικαστών απειλεί την κοινωνία και την δημοκρατία
Στο παρελθόν, αμέσως μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της Ολομέλειας του, στο Ζάγκρεμπ της Κροατίας, το Συμβουλευτικό Οργανο των Ευρωπαίων Δικαστών (CCJE) του Συμβουλίου της Ευρώπης, εξέδωσε ομόφωνη γνώμη, στην οποία χαρακτηρίζει ως «κύρια απειλή» για την κοινωνία και τη λειτουργία ενός δημοκρατικού κράτους, την διαφθορά στο δικαστικό σώμα απανταχού της Ευρώπης.
Η διαφθορά μεταξύ των δικαστών, υπογραμμίζει, υπονομεύει την ακεραιότητα της δικαιοσύνης, η οποία είναι θεμελιώδης για το κράτος δικαίου και θεμελιώδη αξία του Συμβουλίου της Ευρώπης.
« Η δικαστική ακεραιότητα αποτελεί την πρώτη προϋπόθεση για την αποτελεσματικότητα και την αμεροληψία των εθνικών δικαστικών συστημάτων και συνδέεται στενά με την ανεξαρτησία του δικαστηρίου. Ενισχύει την εμπιστοσύνη του κοινού στο δικαστικό σύστημα και, ως εκ τούτου, στο συνολικό πολιτικό σύστημα.
Η δικαστική διαφθορά πλήττει σοβαρά την εμπιστοσύνη του κοινού στην απονομή δικαιοσύνης.»
Μέσα απ’ αυτή την γνωμοδότηση, οι ευρωπαίοι δικαστές από τα 47 κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης υιοθετούν κοινή θέση σχετικά με τον τρόπο εξασφάλισης της ακεραιότητας των δικαστών και της καταπολέμησης της διαφθοράς, με την αποτροπή των προσπαθειών για δωροδοκία στο δικαστικό σώμα.
Στα συμπεράσματα αυτής της γνωμοδότησης τονίζεται ότι, «η διαφθορά των δικαστών θα πρέπει να νοείται, με μια ευρύτερη έννοια, ώστε να περιλαμβάνει ανέντιμη, δόλια ή ανήθικη συμπεριφορά δικαστή προκειμένου να αποκτήσει προσωπική παροχή ή όφελος για τρίτους.
Συμπεραίνεται, ακόμη, ότι οι λόγοι για την πραγματική διαφθορά εντός του δικαστικού σώματος περιλαμβάνουν αδικαιολόγητες επιρροες εκτός του δικαστικού κλάδου σε παράγοντες εντός του δικαστικού συστήματος και μπορούν να ομαδοποιηθούν σε διάφορες κατηγορίες: διαρθρωτικές, οικονομικές, κοινωνικές και προσωπικές.
Κατά την Γνωμοδότηση, «η αποτελεσματική πρόληψη της δωροδοκίας εντός του δικαστικού συστήματος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική βούληση της αντίστοιχης χώρας να παράσχει τις θεσμικές εγγυήσεις, τις υποδομές και άλλες οργανωτικές διασφαλίσεις. Η σημαντικότερη μέριμνα για την πρόληψη της διαφθοράς μεταξύ των δικαστών φαίνεται να είναι η ανάπτυξη και η καλλιέργεια μιας αληθινής νοοτροπίας δικαστικής ακεραιότητας.»
Το νομοθετικό ή άλλο ρυθμιστικό πλαίσιο αποτελεί σημαντική προστασία κατά της διαφθοράς. Πρέπει να προβλέπει ανεξαρτησία σε όλα τα στάδια της σταδιοδρομίας ενός δικαστή: επιλογή, διορισμό, μετεγκατάσταση, προώθηση και προαγωγή, κατάρτιση, εκτίμηση των επιδόσεων και πειθαρχική ευθύνη των δικαστών. Ο σεβασμός των αντικειμενικών κριτηρίων για την εξέλιξη της σταδιοδρομίας εντός του δικαστικού σώματος έχει θετικό αντίκτυπο στην προαγωγή ενός κλίματος δικαστικής ακεραιότητας.
*Ολόκληρο το κείμενο της Γνωμοδότησης στα Αγγλικά ΕΔΩ