H αστική ευθύνη του Δημοσίου αποτελεί έναν από τους βασικούς επανορθωτικούς θεσμούς του δικαίου. Όπως έχει ειπωθεί χαρακτηριστικά, οι αρχές της ευθύνης του Δημοσίου και της νομιμότητας είναι οι δύο πυλώνες του συστήματος εγγυήσεων των διοικουμένων. Θεμέλιο της ευθύνης του Κράτους είναι τα άρθρα 4 § 5 και 20 § 1 του Συντάγματος.
«Εν όψει της φύσεως του δικαστικού έργου, μόνο πρόδηλο σφάλμα του δικαστικού λειτουργού επισύρει ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση. Εφ’ όσον δε το Σύνταγμα, δεν ανέχεται να παραμένουν αναποζημίωτες ζημίες που κάποιος υφίσταται από ενέργειες οποιουδήποτε κρατικού οργάνου» [Είναι χαρακτηριστική η ανωτέρω κρίση της 2527/2019 αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ)]
Θεμελιώδες στοιχείο της αρχής της νομιμότητας στη χώρα μας είναι η καθιέρωση της ευθύνης του Κράτους προς αποζημίωση για ζημίες που προκαλούν οι δημόσιες αρχές σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα (άρθρο 105 ΕισΝΑΚ).
Με την απόφαση ΣτΕ Ολ 1501/2014, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, εμπνεόμενη προφανώς από τη νομολογία των Δικαστηρίων της Ένωσης για την καθιέρωση της ευθύνης των κρατών-μελών, λόγω παραβιάσεων του ενωσιακού δικαίου, συμπληρώνει το νομικό καθεστώς της αστικής ευθύνης του Δημοσίου.
Η διαπίστωση του παράνομου της ζημιογόνου πράξης ή παράλειψης αρκεί για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του Δημοσίου, χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση πταίσματος του οργάνου του (ΣτΕ 4410/2015, 877/2013 7μ., 1413/2006 7μ., 2727/2003) ή του κατάφωρου ή πρόδηλου χαρακτήρα της παρανομίας (πρβλ. ΟλΣτΕ 1501/2014).
Η αστική ευθύνη του Δημοσίου θεμελιώνεται επίσης στο άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου 1 της ΕΣΔΑ. Η θεμελίωση της αστικής ευθύνης του Δημοσίου εδράζεται και στο άρθρο 2 της ΣΛΕΕ. στο οποίο περιλαμβάνεται ως θεμελιώδης αρχή της Ε.Ε. η αρχή του κράτους δικαίου, που είναι κοινή στην νομική παράδοση των κρατών μελών. Τέλος, το άρθρο 340 ΣΛΕΕ προβλέπει αστική ευθύνη της ίδιας της Ένωσης για δικά της σφάλματα.
Όπως φαίνεται με τις πλάτες της Κυβέρνησης “ανακαλύπτονται” νομοθετικά κενά για να τεκμηριώσουν στροφή Νομολογίας και να μην πληρώνει το Δημόσιο για τα πρόδηλα «σφάλματα» των Δικαστών και η Κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται για να τα κλείσει.
Έτσι οι αποφάσεις Ολ. ΣτΕ 799-803/21 και 1360-1361/2021 επέφεραν μεταβολή της νομολογίας της 1501/2014 ιστορικής αποφάσεως του ΣτΕ. Σύμφωνα με τις αποφάσεις ΟλΣτΕ 801-803/ 2021:
– Κατά το Σύνταγμα, επιβάλλεται στον νομοθέτη να ορίζει τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες αποκαθίσταται η ζημία που προκαλείται από την δράση οποιουδήποτε κρατικού οργάνου, λαμβάνοντας υπ’ όψη την φύση και την αποστολή του έργου που το Σύνταγμα αναγνωρίζει, αναθέτει και εγγυάται στα όργανα των τριών λειτουργιών του Κράτους.
– Οι διατάξεις του άρθρου 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, αναφερόμενες σε όργανα του Δημοσίου, δεν έχουν, εφαρμογή στις περιπτώσεις υλικής ζημίας ή ηθικής βλάβης από παράνομες πράξεις των οργάνων της δικαστικής λειτουργίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
– Ενόσω δεν υφίσταται, σε εκτέλεση της επιταγής του άρθρου 4 § 5 του Συντάγματος, νομοθετικός καθορισμός των όρων αποκατάστασης της ζημίας που προκαλείται από όργανα της δικαστικής λειτουργίας, καθώς και της αρμόδιας δικαιοδοσίας για την επίλυση των σχετικών διαφορών, η εν λόγω ζημία δεν μπορεί να αποκατασταθεί ούτε κατ’ ευθεία επίκληση του άρθρου 4 § 5 του Συντάγματος και, ως εκ τούτου, σχετικές αξιώσεις δεν είναι δικαστικώς επιδιώξιμες.
Μεταστροφή νομολογίας για να μην πληρώνουν οι Δικαστές τα πρόδηλα σφάλματά των
Ενώ δινόταν η δυνατότητα στον ΠΟΛΊΤΗ να διεκδικήσει αποζημίωση για την αστική ευθύνη του Δημοσίου από πρόδηλα σφάλματα δικαστών, έστριψαν την νομολογία το ΣτΕ και του στέρησε αυτή τη δυνατότητα πρόσβασης στο δικαστήριο, αλλάζοντας τη μέχρι τότε νομολογία και υιοθετώντας πλειοψηφικά την άποψη ότι για τέτοια αγωγή απαιτείται ειδική νομοθεσία που να καθορίσει τη διαδικασία και τους όρους της αποζημίωσης και την έκταση της ζημίας που πρέπει να αποζημιωθεί. Κρίθηκε ότι οι ασκηθείσες αγωγές είναι απαράδεκτες και θα μπορούν να ασκηθούν μόνον με θέσπιση ειδικής νομοθεσίας, που βεβαίως το κράτος δεν θεσπίζει !
Οι ΠΟΛΙΤΕΣ έγιναν ΕΡΜΑΙΑ των εσφαλμένων δικαστικών αποφάσεων , και η Κυβέρνηση αφήνει να ισχυρίζονται οι δικαστές ότι δεν ενδιαφέρεται να υπάρχει νομοθετικός καθορισμός των όρων αποκατάστασης της ζημίας που προκαλείται από όργανα ενταγμένα στη δικαστική λειτουργία για να μην μπορεί να αποκαθίσταται από την Πολιτεία η ζημία ούτε με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., ευθέως ή αναλόγως εφαρμοζόμενου, ούτε με ευθεία επίκληση του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος.
Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της 20.12.22 (αρ. προσφ. 31012/19) είναι μια σημαντική απόφαση, με την οποία κρίθηκε ότι η πρόσβαση σε δικαστήριο είναι ένα θεμελιώδες δικαίωμα κάθε πολίτη που θεσπίζεται ως ειδική έκφανση της δίκαιης δίκης στο άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και στο άρθρο 14 παρ. 1 του ΔΣΑΠΔ.
Ουσιαστικά πρόκειται για συστατικό του πυρήνα του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας και συμβάλει στην αποτροπή της αυθαιρεσίας κάθε εξουσίας. Το δικαίωμα αυτό δεν είναι απόλυτο αλλά μπορεί να υπόκειται σε κάποιους νόμιμους και προβλεπόμενους περιορισμούς.
Σ’ ένα Κράτος δικαίου το Σύνταγμα, δεν ανέχεται να παραμένουν αναποζημίωτες ζημίες που κάποιος υφίσταται από ενέργειες οποιουδήποτε κρατικού οργάνου.
Δεν μπορεί να εμποδισθεί η άσκηση αγωγής αποζημιώσεως κατά τις διατάξεις των άρθρων 105-106 ΕισΝΑΚ στην περίπτωση της δικαστικής εξουσίας, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της ζημιογόνου δράσης οργάνων της νομοθετικής εξουσίας (νομοθέτηση ή παράλειψη νομοθέτησης αντικειμένη σε κανόνες υπέρτερης τυπικής ισχύος), αντίθετα με την υπάρχουσα νομολογία, (Βλ. αποφάσεις 799-803/2021 ΣτΕ): «…κατά το Σύνταγμα, επιβάλλεται στο νομοθέτη να ορίζει τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες αποκαθίσταται η ζημία που προκαλείται από την δράση οποιουδήποτε κρατικού οργάνου, λαμβάνοντας υπ’ όψη την φύση και την αποστολή του έργου που το Σύνταγμα αναγνωρίζει, αναθέτει και εγγυάται στα όργανα των τριών λειτουργιών του Κράτους», «ενόσω δεν υφίσταται νομοθετικός καθορισμός των όρων αποκατάστασης της ζημίας που προκαλείται από όργανα ενταγμένα στη δικαστική λειτουργία, καθώς και των αρμοδίων προς τούτο δικαστηρίων, η εν λόγω ζημία δεν μπορεί να αποκατασταθεί ούτε με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ, ευθέως ή αναλόγως εφαρμοζομένου, ούτε με ευθεία επίκληση του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος.»
– Η άσκηση του δικαιώματος αποζημιώσεως για ζημιογόνο δράση των οργάνων της δικαστικής λειτουργίας σε καμμιά περίπτωση δεν πλήττει το κύρος και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, το αντίθετο μάλιστα συμβαίνει από την απαγόρευση.
Η αρχή της αποζημιωτικής ευθύνης του Δημοσίου δεν αφορά την προσωπική ευθύνη του δικαστή αλλά την ευθύνη του δημοσίου από τις αποφάσεις που περιέχουν πρόδηλα σφάλματα και την δυνατότητα αποκαταστάσεως των επιζήμιων συνεπειών μιας εσφαλμένης δικαστικής αποφάσεως (χαρακτηριστική η άδικη φυλάκιση τόσο στην υπόθεση του γνωστού ενεχυροδανειστή, όσο και στην πολύκροτη και πολύπαθη υπόθεση KANNABISHOP).
Κατά το ΕΔΔΑ οι περιορισμοί δεν μπορούν να περιορίζουν την πρόσβαση κατά τέτοιο τρόπο ώστε να θίγεται ο πυρήνας του δικαιώματος, ούτε να παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας.
Είναι προφανές λοιπόν ότι εμποδίζεται η πρόσβαση στο δικαστήριο, με την μεταστροφή της νομολογίας: (ΟλΣτΕ 800-803/2021, 1360-1361/2021), σύμφωνα με τις οποίες κρίθηκε ότι ενόσω δεν υφίσταται, νομοθετικός καθορισμός των όρων αποκατάστασης της ζημίας που προκαλείται από όργανα της δικαστικής λειτουργίας, καθώς και της αρμόδιας δικαιοδοσίας για την επίλυση των σχετικών διαφορών, η εν λόγω ζημία δεν μπορεί να αποκατασταθεί ούτε κατ’ ευθεία επίκληση του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος και, ως εκ τούτου οι σχετικές αξιώσεις δεν είναι δικαστικώς επιδιώξιμες.
Πολύ σημαντική η πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου του Στρασβούργου (ΕΔΔΑ) στην υπόθεση Ζουμπουλίδης κατά Ελλάδος (αρ. 3). Σύμφωνα με την απόφαση δεν μπορούν τα ελληνικά δικαστήρια να μη δίνουν τη δυνατότητα στους διαδίκους που έχουν υποστεί ζημία από πρόδηλα σφάλματα των δικαστών να διεκδικήσουν αποζημιώσεις μέσω αγωγών για αποκατάσταση της ζημίας τους.
Το ΕΔΔΑ με την παραπάνω απόφασή του βάζει «φρένο» στην παράλογη απαγόρευση πρόσβασης σε δικαστήριο και καταδικάζει αυτή τη νομολογιακή πρακτική.
Έτσι, μετά τη δεσμευτική για την Ελλάδα απόφαση του Στρασβούργου ο διάδικος που έχει υποστεί αποδεδειγμένη ζημία από πρόδηλα σφάλματα δικαστικών αποφάσεων μπορεί να ασκήσει αγωγή αποζημίωσης κατά του δημοσίου.
Η προστατευτική ομπρέλα του Στρασβούργου δημιουργεί έτσι νέες προϋποθέσεις για αποκατάσταση των αδικιών διαδίκων, που έχουν υποστεί ζημιές από πρόδηλα δικαστικά σφάλματα.
Ο διάδικος μπορεί να ασκήσει αγωγή αποζημίωσης με το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ κατά του δημοσίου για την ζημία που υπέστη από πρόδηλο σφάλμα των δικαστών και το Δημόσιο οφείλει να αναζητά την ζημία του από τον Δικαστή που προβαίνει σε “πρόδηλα σφάλματα”.
Αποζημιώσεις για δικαστικά σφάλματα και υπόχρεος έναντι του Δημοσίου καθίσταται ο Δικαστής που προβαίνει σε “πρόδηλα σφάλματα”.
Είναι καιρός να αποκατασταθούν οι αδικίες. Αυτό δε, δεν αποτελεί δικαίωμα ή επιλογή του κράτους και των δικαστηρίων. Είναι υποχρέωσή τους.
Σύμφωνα προς θεμελιώδεις αρχές, που εκπορεύονται από τα άρθρα 4 § 5 και 20 § 1 του Συντάγματος, αυτό (το Σύνταγμα) δεν ανέχεται να εμποδίζεται ένας πολίτης (με τις δικαστικές αποφάσεις 799-803/2021 ΣτΕ) να ζητήσει δικαστική προστασία και να αξιώσει από τα δικαστήρια αποκατάσταση της ζημίας, που υπέστη από ζημιογόνο δράση των οργάνων της δικαστικής λειτουργίας.
– Με την διάταξη του άρθρου 6 § 1 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου κατοχυρώνεται το δικαίωμα παντός σε δίκαιη δίκη και εδώ εμποδίζεται κατά τρόπο αναμφισβήτητο η άσκηση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας.
Νέα καταδίκη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραβίαση δίκαιης δίκης – Η υπόθεση Ζουμπουλίδη
Η ευθύνη του Δημοσίου από τη ζημιογόνο δράση των Οργάνων της Δικαστικής Εξουσίας και η “Δίκαιη Δίκη”